Κυριακή 6 Νοεμβρίου 2011

Μνήμες Εβραίων από τα στρατόπεδα στην Κύπρο


Ο ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΓΚΟΥΤΜΑΝ ΜΙΛΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ '46-'49

Μεταξύ 1946-49 περίπου 52.000 Εβραίοι, ανάμεσά τους αρκετοί επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος, έζησαν στην Κύπρο, έγκλειστοι σε προσφυγικά στρατόπεδα, όταν οι Βρετανοί διέκοψαν την πορεία τους από την Ευρώπη προς την Παλαιστίνη.

Σχεδόν 2.200 παιδιά γεννήθηκαν και έζησαν τους πρώτους μήνες της ζωής τους στο νησί, κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, σε μια ιδιότυπη «φυλακή» που είχε στηθεί από τους Βρετανούς στον Καράολο Αμμοχώστου, στη Δεκέλεια και στην Ξυλοτύμπου. Ανάμεσα στους ανθρώπους που πέρασαν τότε από τα στρατόπεδα, ως απεσταλμένος από την Παλαιστίνη προκειμένου να διδάξει στα νεαρά Εβραιόπουλα, ήταν και ο 23χρονος φοιτητής τότε και ακαδημαϊκός πλέον σήμερα στα 87 του χρόνια, Εμάνουελ Γκούτμαν. Ο ενάμισης χρόνος που έζησε στα στρατόπεδα της Κύπρου ήταν για αυτόν μια εμπειρία ζωής – άλλωστε εδώ γνώρισε τη μετέπειτα σύζυγό του.

Τις μνήμες εκείνης της εποχής ο κ. Γκούτμαν τις μοιράστηκε την περασμένη Δευτέρα σε μια πολύ ζωντανή διάλεξη στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, όπου μίλησε για τη δύσκολη ζωή μέσα στα στρατόπεδα, τους ντόπιους Κύπριους που προμήθευαν τους έγκλειστους Εβραίους με τρόφιμα ή όπλα ή και τους βοηθούσαν κάποτε να αποδράσουν, και τους Βρετανούς στρατιώτες με τη διφορούμενη συμπεριφορά. Ο «Π» ήταν εκεί και συνομίλησε με τον καθηγητή για εκείνην τη μάλλον άγνωστη ιστορία της παρουσίας των Εβραίων των νησί μας.

Γιατί οι κρατούμενοι ήθελαν να έχουν δικαστήριο;
Η ηγεσία των στρατοπέδων ήθελε να έχει τη λιγότερη δυνατή επαφή με τους Βρετανούς. Ούτε οι ίδιοι ήθελαν να ασχολούνται πολύ μαζί μας. Ήθελαν να είμαστε στο στρατόπεδο και να τακτοποιούμε μόνοι μας τις όποιες εκκρεμότητες προέκυπταν μεταξύ μας.
Αυτό όμως δεν μας έδινε την αίσθηση της ελευθερίας. Ήμασταν περικυκλωμένοι από έναν φράκτη ύψους έξι μέτρων, με συρματόπλεγμα και με σκοπούς σε κάθε 100 μέτρα να φρουρούν την περίμετρο. Οι άνθρωποι προσπαθούσαν να κάνουν ό,τι μπορούν. Ήταν όμως άσχημα.Υπήρξαν πάντως κάποιοι ευγενικοί Βρετανοί αξιωματικοί, οι οποίοι τα καλοκαίρια του 1947 και του 1948 προσφέρονταν να παίρνουν τα παιδιά στην παραλία για μπάνιο. Αυτό, βεβαίως, δεν ήταν στα καθήκοντά τους, αλλά προσφέρονταν για μία ώρα την ημέρα να δίνουν αυτήν την ευχαρίστηση στα παιδιά.

Είχατε πει στη διάλεξή σας ότι μέσα στα στρατόπεδα υπήρχε ένα είδος φυλακής. Ένα αντίσκηνο όπου απομονώνατε παραβάτες.
Ναι. Βάζαμε εκεί ανθρώπους που παραφέρονταν εντός του στρατοπέδου. Μπορεί να προσπαθούσαν να πάρουν περισσότερο φαγητό. Ή να κλέψουν μερικά εκατοστά περισσότερα. Ο μόνος χώρος που αναλογούσε στον καθένα, ήταν το ξύλινο κρεβάτι του. Συνεπώς, δεν μπορούσε να γίνει ανεκτή η όποια προσπάθεια καταπάτησης έστω μερικών τετραγωνικών εκατοστών. Ήταν κι αυτό κάτι που ενέπιπτε στο πλαίσιο της αυτοκυριαρχίας μας.

Πώς σας συμπεριφέρονταν οι Κύπριοι, όταν βρισκόσασταν εκτός του στρατοπέδου;
Και σ’ αυτήν την περίπτωση υπήρχαν οι καλοί και οι κακοί. Τα στρατόπεδα βρίσκονταν κοντά στην Αμμόχωστο και τη Λάρνακα. Ήμουν για ενάμιση χρόνο στην Κύπρο. Δεν πήγα ποτέ στη Λάρνακα, αφού δεν υπήρχε. Για μας υπήρχε μόνο η Αμμόχωστος και η Λευκωσία. Υπήρξαν άνθρωποι, όπως ο Πρόδρομος Παπαβασιλείου, ο οποίος ήταν ο καλύτερος άνθρωπος που γνώρισα. Μας βοηθούσε περισσότερο ακόμα και από τους Εβραίους που βρίσκονταν στην Κύπρο τότε, ακόμα και αν χρειαζόταν να παρανομήσει.
Και οι άνθρωποι του περίγυρου του κ. Παπαβασιλείου ήταν πολύ ευγενικοί μαζί μας.Υπήρχε μια εποχή που δεν μπορούσαμε να ζήσουμε στα στρατόπεδα. Έτσι πήγαμε στην Αμμόχωστο, σε ένα πανδοχείο. Ο κ. Παπαβασιλείου το είχε κανονίσει για μας και περάσαμε υπέροχα, για 2-3 βδομάδες. Αναπτύξαμε πολύ καλές σχέσεις με τους ανθρώπους εκεί. Έκτοτε έχω επισκεφθεί την Κύπρο οχτώ φορές για να συναντώ τους φίλους που έκανα τότε.


Σχέσεις με ΑΚΕΛ
Κατά τη διάρκεια της διάλεξης, ένας από τους παρευρισκόμενους κάλεσε τον Ισραηλινό καθηγητή να τοποθετηθεί για το γεγονός ότι οι Κύπριοι που βοηθούσαν τους Εβραίους κρατούμενους προέρχονταν όλοι από το ΑΚΕΛ. Ο κ. Γκούτμαν δεν διέψευσε το γεγονός, λέγοντας ωστόσο πως «πέραν των ανθρώπων που μας βοηθούσαν για ιδεολογικούς λόγους, γιατί ήθελαν να εναντιωθούν στους Άγγλους αποικιοκράτες -και πράγματι προέρχονταν κυρίως από το ΑΚΕΛ- υπήρχαν και αυτοί που το έκαναν για καθαρά ανθρωπιστικούς λόγους, γιατί έβλεπαν τους συνανθρώπους τους να υποφέρουν».

Πώς αναπτύχθηκε η σχέση της εβραϊκής κοινότητας με τους ανθρώπους του ΑΚΕΛ μετά το 1948;
Δεν αναπτύχθηκε. Μετά το 1948 είχε ο καθένας τα δικά του προβλήματα. Υπήρξε και η διχόνοια στο ΑΚΕΛ, συνεπώς, δεν υπήρξαν σχέσεις. Ουσιαστικά, διακόπηκαν μετά τις 2-3 συναντήσεις που είχαν οι ηγέτες των στρατοπέδων κράτησης με την επιτροπή του ΑΚΕΛ. Όπως σας είπα, μετά από αυτό δεν έγινε τίποτα.
Αν ρωτήσετε τους ανθρώπους στο Ισραήλ, πιθανότατα δεν θα γνωρίζουν καν την ύπαρξη στρατοπέδων κράτησης στην Κύπρο. Δεν το λέω κακοπροαίρετα. Απλά δεν υπήρξαν σχέσεις μετά το κλείσιμο των στρατοπέδων.

Στο βιβλίο του «Last barrier to freedom» o Morris Laub θυμάται κι έναν βοσκό απ’ την Παλαιστίνη, που έλεγε ότι περνούσε ωραία στα στρατόπεδα της Κύπρου, ήταν σαν διακοπές, επειδή δεν είχε τι να κάνει.
Δικαίωμά του να το λέει. Προσωπικά διαφωνώ. Οι περισσότεροι άνθρωποι ένιωθαν βαρεμάρα. Δεν είχαν κάτι να κάνουν στα στρατόπεδα. Όταν ερχόμουν στην Κύπρο, δεν ήξερα τι να περιμένω. Είχα ακούσει για άλλα στρατόπεδα κράτησης στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Το μόνο που είχαμε στο στρατόπεδο ήταν ένα κρεβάτι. Ένα κομμάτι ξύλο. Δεν νομίζω να θέλατε να κοιμηθείτε παραπάνω από μία μέρα σε ένα τέτοιο κρεβάτι.

Είναι το σημερινό Ισραήλ το κράτος που ονειρευόσασταν μετά τον πόλεμο του 1948;
Βασικά ναι. Μεγαλώνει, αναπτύσσεται με έναν εκπληκτικό τρόπο, έχει τα προβλήματά του όπως όλοι παντού. Δεν θα με πείραζε να ζήσω οπουδήποτε αλλού. Αν μου έλεγες «άσε την Κύπρο, άσε το Ισραήλ, πήγαινε να ζήσεις στη Νότια Αμερική ή στην Ιταλία», που είμαι ερωτευμένος με την Ιταλία, ναι, θα μπορούσα να πάω να ζήσω. Ζω όμως στο Ισραήλ.

Πόσο πολύ έχει αλλάξει τη ζωή σας αυτή η εμπειρία; Έχετε σκεφτεί ποτέ πόσο διαφορετική θα ήταν η ζωή σας, αν δεν είχατε βρεθεί στην Κύπρο εκείνην την περίοδο;
Το βλέπω αλλιώς. Εκείνοι από την Παλαιστίνη που ζούσαμε εκεί νόμιμα, μπορούσαμε να φύγουμε οποιαδήποτε μέρα από τα στρατόπεδα, χωρίς λόγο. Μπορούσαμε να μπούμε κάθε μέρα, χωρίς βίζα. Για μένα ήταν πολύ καλό. Ο ενάμισης χρόνος που έμεινα εκεί ήταν μάθημα, να καταλαβαίνω τα προβλήματα των άλλων, ότι δεν είσαι μόνος σου στον κόσμο, να βοηθάς τους άλλους, αυτά έμαθα. Όταν ο καθηγητής μου ήρθε σε μένα στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο και μου είπε να έρθω στην Κύπρο να διδάξω, δεν είπα «άσε με, πρέπει να τελειώσω τις σπουδές μου». Θα σας πω κάτι που ίσως δυσκολευτείτε να το πιστέψετε. Υπάρχουν πάντα εξαιρέσεις, όμως εκείνα τα χρόνια μεταξύ της εβραϊκής κοινότητας στην Παλαιστίνη υπήρχε ένα πνεύμα βοήθειας, ένα πνεύμα συνεργασίας. Εδώ ήταν άνθρωποι που ήθελαν να έρθουν στην Παλαιστίνη κι οι Βρετανοί δεν τους άφηναν, ήταν σε άσχημη κατάσταση. Εμένα η δουλειά μου ήταν να τους κάνω τη ζωή λίγο καλύτερη, έστω ελάχιστα. Για αυτό ήρθα στην Κύπρο.

Η γυναίκα της ζωής του
Στην Κύπρο ο καθηγητής Εμάνουελ Γκούτμαν ευτύχησε να γνωρίσει και τη γυναίκα της ζωής του. Ο ίδιος αφηγείται πολύ γλαφυρά τη συνάντησή τους, που ξεκίνησε με ένα κομπλιμέντο... και μια άρνηση. «Μία από τους αρχηγούς της εβραϊκής οργάνωσης Jewish Agency, στην Ιερουσαλήμ, ήρθε στην Κύπρο, στα στρατόπεδα», θυμάται, «για να μιλήσει με τους πρόσφυγες και να τους ζητήσει να δώσουν κάποιες από τις βίζες τους στην Παλαιστίνη, διότι υπήρχε ένα άλλο πλοίο, το Exodus, το οποίο οι Βρετανοί δεν το έφεραν στην Κύπρο, αλλά το έστειλαν πίσω στη Γερμανία. Κι αυτό για μας ήταν πολύ άσχημο. Έτσι, ήρθε στα στρατόπεδα και έπρεπε να πείσει τους ανθρώπους εδώ, οι οποίοι είχαν θυμώσει πολύ, διότι, αν έδιναν τις βίζες τους, σήμαινε πως θα καθυστερούσε για κάποιους μήνες η άφιξή τους στην Παλαιστίνη. Μπήκε στο στρατόπεδο, περπατούσε, κι εγώ κρατούσα μια φωτογραφική μηχανή και τη φωτογράφιζα. Και εντελώς ξαφνικά, εμφανίζεται μια δεσποινίς, που μου έκοβε το οπτικό πεδίο. Οπότε της είπα «μετακινηθείτε λίγο, ώστε να μπείτε κι εσείς στην πόζα». Δεν με ήξερε, είχε μόλις έρθει στο στρατόπεδο, έκανε έναν μορφασμό ενόχλησης κι έφυγε. Της είπα «μα έτσι δεν θα είστε στη φωτογραφία!», και δεν μου απάντησε. Συνειδητοποιήσαμε ότι κι οι δυο ερχόμασταν από την Παλαιστίνη κι έτσι μετά από αυτό το γεγονός την αναζήτησα για να της μιλήσω. Ήμουν ένας νέος άντρας, ήταν μια νέα γυναίκα κι έτσι γνωριστήκαμε».

Η βοήθεια απ’ τους ντόπιους, οι διχασμένοι Βρετανοί και μια προίκα
Η διάλεξη του κ. Γκούτμαν ξεκίνησε με μια ελληνική λέξη: «Καλησπέρα», είπε, για να συνεχίσει στα αγγλικά «είμαι πολύ μεγαλύτερος απ’ ό,τι είστε εσείς στο κοινό. Έχουν περάσει κι 65 χρόνια». Κι έπειτα έπιασε να θυμάται τα δυόμισι παιδιά που γεννιούνταν, κατά μέσο όρο, κάθε μέρα, και τα παιδιά που έπρεπε να διδάξει, γιατί μες στον πόλεμο δεν μπορούσαν να πάνε σχολείο, και τις άσχημες συνθήκες στα στρατόπεδα: «Ήταν σαν φυλακή, δεν μπορούσαν να βγουν έξω. Κι ήταν κυρίως νέοι άνθρωποι, που είχαν βιώσει το Ολοκαύτωμα». Την πολύ καλή οργάνωση που είχαν στήσει οι ίδιοι οι Εβραίοι, που προέβλεπε ακόμη και «φυλάκιση» για όσους παρέκκλιναν και τους Κύπριους που τους βοηθούσαν, μεταφέροντάς τους ό,τι ζητούσαν: Από τρόφιμα, μέχρι μικρά όπλα, ως συμπαράσταση για τις συνθήκες διαβίωσής τους, αλλά και ως αντίδραση στους Άγγλους, που τους είχαν εγκλωβίσει στα στρατόπεδα. Ανάμεσά τους, ξεχώρισε τον Πρόδρομο Παπαβασιλείου, έναν μεγάλο ανθρωπιστή, δημοτικό σύμβουλο του ΑΚΕΛ στην Αμμόχωστο, ο οποίος βοήθησε πολύ τους ανθρώπους που ζούσαν στα στρατόπεδα, παρέχοντάς τους κάθε είδους δυνατή βοήθεια. Ανάμεσα σε όσους παρακολούθησαν τη διάλεξη ήταν και ο πρώην δήμαρχος Λευκωσίας, Λέλλος Δημητριάδης, ο πατέρας του οποίου επισκεπτόταν ως γιατρός τα στρατόπεδα, ή ο Βρετανός Richard Sale, του ο οποίου ο πατέρας υπηρέτησε εκεί. «Πολλοί στρατιώτες ήταν διχασμένοι», μας είπε, «έπρεπε να φυλούν τους Εβραίους, αλλά οι ίδιοι ένιωθαν συμπάθεια για αυτούς, γιατί ήξεραν τι είχαν περάσει στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο». Η κ. Έλση Στόλινγκ, από την άλλη, θυμάται που επισκεπτόταν με τον Αμερικανοεβραίο σύζυγό της τα στρατόπεδα, για να βοηθήσει τους πρόσφυγες. «Ήταν άσχημες οι συνθήκες. Θυμάμαι, είχα 24 σεντόνια προίκα και τα είχα δώσει όλα στα στρατόπεδα για να τυλίξουν τους νεκρούς...».

ΑΝΔΡΕΑΣ ΡΙΡΗΣ, ΧΡΥΣΤΑ ΝΤΖΑΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: